Στο μαντρί του Γεράσιμου Κουγιανού, στα Μακριώτικα της Πυλάρου, το γλέντι μόλις είχε αρχίσει...
Ο κούρος, δηλαδή το κούρεμα των προβάτων και των γιδιών, πρέπει απαραίτητα να γίνεται, φυσικά, όταν έρχεται η άνοιξη και ανάλογα με τον καιρό, για να διευκολύνει τον τσοπάνη στο άρμεγμα, αλλά και να μην ζεσταίνονται τα ζώα.
Το μαντρί είναι στη θέση «Τιμόθεος», σε κοίλωμα, που το οριοθετούν τα βουνίσια υψώματα, στα δυτικά της Αγίας Καθίστρας και η Κακιά Ράχη και νότια το Σέλωμα της Αγίας Δυνατής. Στο κόλπωμα που σχηματίζουν τα τρία αυτά βουνά και προς την Αγία Δυνατή, χαράζεται από αυλάκι μεγάλο που το χειμώνα κατεβάζει το νερό με ορμή από τις πλαγιές.
Πάνω από το αυλάκι προς τα δυτικά, στο πλάτωμα, βρίσκεται το μαντρί του Γεράσιμου Κουγιανού Κουγιανού. Στη μπασιά του μαντριού, απέναντι από το στάβλο, κάτω από τα δέντρα είχε τοποθετηθεί η μεγάλη μαγκάδα και καρέκλες, όπου σε αυτές κάθισαν οι πιο δυνατοί για να κρατήσουν τα ζώα, τα οποία θα τα κούρευαν αυτοί που ξέρουν καλά να χειρίζονται το ψαλίδι.
Ο Κώστας, γιος του Γεράσιμου με το γιο του, το νεότερο Γεράσιμο, και τα ανίψια του Νίκο και Στέλιο, έπιαναν ένα ένα τα γίδια και τα οδηγούσαν στους κουρείς. Γέλια και πειράγματα, σατιρικά και σκωπτικά, για ποιος έχει τη μεγαλύτερη δύναμη να πιάσει και να κρατήσει το ζώο, μέχρι να το παραδώσει στον κουρέα του. Χαμός πειρακτικός με κέφι και ζωντάνια για να τελειώσει όμορφα η δουλειά αυτή.
Ένα ένα ζώο, όλα γίδια, οδηγούνταν στον κουρέα τους. Καθισμένος κάποιος στην καρέκλα ή στην μαγκάδα, έπιανε το ζώο από το κέρατο, το ακινητοποιούσε και ο κουρέας του με τη μεγάλη ψαλίδα του έκοβε το μαλλί. Φυσικά, του άφηναν μια ποσότητα πάνω στη ράχη, για να μην κρυώνει το ζωντανό, και του «καθάριζαν» τα πλευρά, τα πόδια και το λαιμό. Οι κουρείς ήταν τρεις αρχικά. Έπειτα ήλθαν και άλλοι τσοπαναραίοι, έμπειροι στο κούρεμα και βοήθησαν.
Ο κουρέας ή αυτός που θέλει να κουρέψει ένα ζωντανό, ιδίως γίδι, πρέπει να ξέρει πως δουλεύει την ψαλίδα. Ώστε, να μην πληγώσει το ζώο και το κούρεμα να είναι ομοιόμορφο, χωρίς «σκαλωσιές και αυλάκια», δηλαδή να είναι στρωτό.
Κατά τη διαδικασία του κούρου, ακουστήκανε πολλά και διαφέροντα για τον τρόπο βόσκησης, για τη ζωοκλοπή και τους πρωτεργάτες της, για την ονομασία των γιδιών.
Κάθε τόσο κάποιος από την ομάδα, ιδίως ένα παιδί, μάζευε τα κομμένα μαλλιά και τα έβαζε σε ένα σακί. Αναρωτήθηκα, τι γίνεται με όλο αυτό το υλικό, δηλαδή ποια είναι η τύχη του. Παλιά, είπε κάποιος, «…τα μαζεύαμε και τα στέλναμε σε ένα εργοστάσιο, στο οποίο φτιάχνονταν κουβέρτες. Πάει χρόνια που το εργοστάσιο έκλεισε και όπως καταλαβαίνει ο καθένας τα μαλλιά τα πετάμε».
Κατάλαβα!... τόσο μαλλί πάει χαμένο, πρωτογενές υλικό αχρησιμοποίητο...
Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε για τα σχόλια, να χρησιμοποιείτε Ελληνική γραμματοσειρά και σε ευπρεπές επίπεδο, χωρίς να θίγεται η τιμή και η υπόληψη κανενός πολίτη.